Το φαινόμενο της οικογενειακής
βίας αποτελεί σήμερα ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα που καλούνται
να αντιμετωπίσουν όλες οι επιστήμες που ασχολούνται με τον άνθρωπο.
Η οικογενειακή βία υπάρχει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, σε όλες τις χώρες, άσχετα με την οικονομική ανάπτυξη, τη θρησκεία, το χρώμα, την ηλικία, το κοινωνικό κύρος, το μέγεθος της οικογένειας, την αστική ή αγροτική περιοχή.
Η κεντρική αιτία του φαινομένου βασίζεται σε πολιτισμικούς παράγοντες που επιτρέπουν ή και καλλιεργούν τη βία. Τέτοιος πολιτισμικός παράγοντας είναι για παράδειγμα η αποδοχή της σωματικής τιμωρίας των παιδιών από τους γονείς με τη δικαιολογία του σωφρονισμού.
Κοινωνικοί παράγοντες συνεισφέρουν στο πρόβλημα χωρίς να θεωρούνται εκλυτικά αίτια είναι η φτώχια, η ανεργία, ο αλκοολισμός, το διαζύγιο, η αστυφιλία, οι δυσμενείς συνθήκες κατοικίας και η κοινωνική απομόνωση.
Η μορφή της βίας στην οικογένεια μπορεί να είναι ενεργητική – παθητική (που αφορούν το δράστη και το θύμα αντίστοιχα), σεξουαλική, σωματική, ψυχολογική και αφορά το ζευγάρι, τα παιδιά, τους ηλικιωμένους.
Η βία ανάμεσα στο ζευγάρι έχει συνδεθεί με τη σωματική βία παραγνωρίζοντας την ψυχολογική που είναι δύσκολο να οριστεί. Όσον αφορά τον άνθρωπο που ασκεί βία συνήθως είναι ό σύζυγος και αναφερόμαστε σε ένα κυριαρχικό ρόλο. Οι άντρες που κακοποιούν τις γυναίκες έχουν συχνά χαμηλή αυτοεκτίμηση, είναι ανασφαλείς, έχουν ανησυχίες και άγχη σχετικά με αισθήματα κατωτερότητας. Σοβαρός παράγοντας που έχει συνδεθεί με την συζυγική βία είναι η χρήση αλκοόλ, αν και η άποψη αυτή αμφισβητείται. Η κατανάλωση αλκοόλ θεωρείται ότι ανακουφίζει τους άντρες από την ευθύνη της συμπεριφοράς τους, ενώ από την άλλη η γυναίκα παραμένει στη σχέση ελπίζοντας ότι ο άντρας θα ξεπεράσει το πρόβλημα της βίας ελέγχοντας το πρόβλημα του αλκοολισμού. Στο θύμα υπάρχει διαρκής φόβος και απειλή και αυτό δημιουργεί κλίμα έντασης, ανασφάλειας, υποτίμησης, εξευτελισμού. Συνακόλουθα της βίας μπορεί να είναι η οικονομική στέρηση, η σεξουαλική κακοποίηση, ο βιασμός, η πορνογραφία.
Ένας παράγοντας στη διαμόρφωση βίαιων σχέσεων, είναι ο διαφορετικός τρόπος κοινωνικοποίησης αγοριών και κοριτσιών. Τα κορίτσια μαθαίνουν ότι πρέπει να είναι αδύναμες και δεν μαθαίνουν πώς να αποφύγουν τη βία εναντίον τους, πιστεύοντας ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Επίσης οι άνθρωποι που έχουν δεχτεί βία, στερούνται εκείνων των κοινωνικών δεξιοτήτων που θα τους οδηγήσουν σε υγιείς σχέσεις. Τα αίτια λοιπόν μπορεί να ανάγονται σε βιώματα της παιδικής ηλικίας και σε παράγοντες περιστασιακούς που ξεχειλίζουν το ποτήρι.
Η βία ενάντια στα παιδιά συνδέεται με αιτιολογικούς παράγοντες στη σχέση γονέων παιδιών στα πλαίσια γενικότερων προδιαθεσικών παραγόντων. Ο γονεϊκός ρόλος είναι φορτισμένος με αντικρουόμενα συναισθήματα και οι μητέρες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην ανάπτυξη επιθετικής συμπεριφοράς. Χαρακτηριστικά των μητέρων αυτών είναι η κατάθλιψη, ο θυμός, η ένταση, το στρες. Η χαμηλή κοινωνική θέση της οικογένειας συνδέεται με τη βία προς τα παιδιά. Επίσης συνδέονται η ανεργία και η περιστασιακή εργασία, η κοινωνική απομόνωση, η έλλειψη υποστηρικτικών σχημάτων στην κοινότητα, οι κακές και ανεπαρκείς συνθήκες κατοικίας, η χρήση αλκοόλ, η μειωμένη ικανότητα φροντίδας των παιδιών. Η τελευταία σχετίζεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση και με εμπειρία ανεπαρκούς φροντίδας στην παιδική ηλικία.
Η βία προς τα παιδιά λειτουργεί σαν αρχή και για μία σειρά άλλων συμπτωμάτων όπως η παραπτωματικότητα ανηλίκων, η χρήση ουσιών, οι απόπειρες αυτοκτονίας, οι φυγές από το σπίτι, η σχολική αποτυχία κτλ. Στην άρνηση του προβλήματος αντιμετωπίζουμε μόνο τα συμπτώματα και αγνοούμε τα αίτια. Εστιάζουμε δηλαδή μόνο στο παιδί και αγνοούμε ό, τι έχει να κάνει με την οικογένεια και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Να τονίσουμε ότι παρά την διαρκώς αυξανόμενη ευαισθητοποίηση επαγγελματιών σχετικά με το πρόβλημα της βίας προς τα παιδιά, η επίσημη πολιτεία δείχνει μειωμένη ευαισθησία για το θέμα αυτό. Ο νέος οργανισμός του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας περιλαμβάνει στους στόχους του και το κακοποιημένο άτομο. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι θα υποβληθούν στο Υπουργείο προτάσεις που αφορούν την αντιμετώπιση και την πρόληψη του φαινομένου οικογενειακής βίας προς τα παιδιά και άρα και της οικογένειας που βρίσκεται σε κρίση. Βασική όμως προϋπόθεση για τη υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν την οικογένεια είναι η ανάληψη ευθύνης από μικρότερες και ευέλικτες δομές όπως νομαρχίες, τοπική αυτοδιοίκηση. Όταν θεωρηθεί η ποιότητα ζωής των πολιτών υπόθεση της κοινότητας, τότε θα έχει κατακτηθεί ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση και την πρόληψη της οικογενειακής βίας προς τα παιδιά.
Η τρίτη μορφή βίας είναι η κακομεταχείριση ηλικιωμένων και είναι εκείνη η πλευρά της οικογενειακής βίας που έχει λιγότερο ερευνηθεί. Η συχνότερη μορφή κακομεταχείρισης ηλικιωμένων είναι η παραμέληση. Η καθήλωση ενός ηλικιωμένου σε καρέκλα ή κρεβάτι, ο περιορισμός σε ένα δωμάτιο ώστε να μην ενοχλεί την οικογένεια , η υπερβολική χρήση ηρεμιστικών δεν αποτελούν πάντα κίνητρο εσκεμμένης κακομεταχείρισης, αλλά άγνοιας σχετικά με τις ανάγκες και τους τρόπους αντιμετώπισης των ηλικιωμένων.
Η εκτίμηση αυτού του προβλήματος είναι δύσκολή γιατί οι ηλικιωμένοι δεν είναι εύκολα προσιτή ομάδα διότι δεν είναι συνδεδεμένοι με κοινωνικά δίκτυα όπως σχολεία, χώρους εργασίας. Επίσης τα θύματα βίας διστάζουν να καταγγείλουν τη βία που υφίστανται διότι συνήθως η βία αυτή προέρχεται από τα παιδιά τους και νιώθουν ότι απέτυχαν ως γονείς.
Τα αίτια της βίας προς τους ηλικιωμένους μπορεί να οφείλονται σε πολλούς λόγους που ενισχύονται από πρόσθετα προβλήματα όπως είναι τα ψυχιατρικά προβλήματα, η νοητική ανεπάρκεια, οι σωματικές αναπηρίες. Οι δράστες της βίας είναι συχνά τα ίδια τα παιδιά που κακοποιήθηκαν από αυτούς πολλά χρόνια πριν.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2010 και συμμετείχαν πολίτες της Ισπανίας, της Ουγγαρίας, του Βελγίου, του Ηνωμένου Βασίλειου, της Σουηδίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας σε συνολικό δείγμα 3863 ατόμων, στην Ελλάδα συμμετείχαν 548 άτομα και των δύο φύλων ηλικίας 18 έως 64. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα ποσοστά τόσο της σωματικής όσο και της ψυχολογικής ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα εμφανίζονται αυξημένα, σε σχέση με παλιότερα στοιχεία και σε σχέση με τα αντίστοιχα τελευταία στοιχεία των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Σύμφωνα με τους ερευνητές οι έλληνες έχουν υψηλότερα ποσοστά στην ελαφρά σωματική επίθεση, όπως το να τραβήξει κάποιος απότομα το χέρι του συντρόφου, να τον σπρώξει, να του πετάξει κάτι ή να τον χαστουκίσει. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία ότι στην Ελλάδα όπως και στην Ουγγαρία Βέλγιο, Ισπανία, τα θύματα ψυχολογικής κακοποίησης είναι στην πλειονότητα τους άντρες. Το γεγονός αυτό εξηγείται και από τους ειδικούς στο πλαίσιο της κρίσης. Η ανεργία των αντρών η οποία ακυρώνει τον παραδοσιακό ρόλο εντός της οικογένειας, συνεπάγεται υποτιμητικά σχόλια, όπως άχρηστος, ανίκανος και επιθετικός εκβιασμούς με ψυχολογικό υπόβαθρο.
Ειδικά στην εποχή μας, που οι αξίες χάνονται και ο θεσμός της οικογένειας χάνει την παλιά του δόξα, η βία είναι διαδεδομένο φαινόμενο. Στην Ελλάδα υπάρχει δίκτυο κοινωνικής προστασίας για θύματα ενδοοικογενειακής βίας που στελεχώνεται από ειδικούς νομικούς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, κοινωνιολόγους. Στην Κινητή Μονάδα Ψυχιατρικής Περίθαλψης Υπαίθρου στο Νομό Φωκίδας έρχονται θύματα βίας που με δυσκολία αναφέρονται στο πρόβλημα αυτό. Οι θεραπευτές έρχονται αντιμέτωποι με ασθενείς που περιγράφουν συμπτώματα άγχους και εξουθένωσης χωρίς να γίνεται άμεση αναφορά στο βίωμα τους. Αυτό ενδέχεται να σχετίζεται με το ότι οι κοινότητες του νομού είναι μικρές και υπάρχει φόβος μήπως το πρόβλημα τους γίνει ευρέως γνωστό.
Η παραπομπή στις ανάλογες υπηρεσίες στήριξης ατόμων που έχουν υποστεί βία είναι αναγκαία και ταυτόχρονα δύσκολη υπόθεση μιας και τα θύματα βίας φοβούνται εκ νέου τις απειλές του θύτη και τον κοινωνικό στιγματισμό από την κοινωνία. Η σωστή λοιπόν κατεύθυνση και ενθάρρυνση είναι η ενδεδειγμένη λύση προκειμένου να πάρουν βοήθεια τα θύματα βίας από τις ανάλογες υπηρεσίες.
Η οικογενειακή βία υπάρχει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, σε όλες τις χώρες, άσχετα με την οικονομική ανάπτυξη, τη θρησκεία, το χρώμα, την ηλικία, το κοινωνικό κύρος, το μέγεθος της οικογένειας, την αστική ή αγροτική περιοχή.
Η κεντρική αιτία του φαινομένου βασίζεται σε πολιτισμικούς παράγοντες που επιτρέπουν ή και καλλιεργούν τη βία. Τέτοιος πολιτισμικός παράγοντας είναι για παράδειγμα η αποδοχή της σωματικής τιμωρίας των παιδιών από τους γονείς με τη δικαιολογία του σωφρονισμού.
Κοινωνικοί παράγοντες συνεισφέρουν στο πρόβλημα χωρίς να θεωρούνται εκλυτικά αίτια είναι η φτώχια, η ανεργία, ο αλκοολισμός, το διαζύγιο, η αστυφιλία, οι δυσμενείς συνθήκες κατοικίας και η κοινωνική απομόνωση.
Η μορφή της βίας στην οικογένεια μπορεί να είναι ενεργητική – παθητική (που αφορούν το δράστη και το θύμα αντίστοιχα), σεξουαλική, σωματική, ψυχολογική και αφορά το ζευγάρι, τα παιδιά, τους ηλικιωμένους.
Η βία ανάμεσα στο ζευγάρι έχει συνδεθεί με τη σωματική βία παραγνωρίζοντας την ψυχολογική που είναι δύσκολο να οριστεί. Όσον αφορά τον άνθρωπο που ασκεί βία συνήθως είναι ό σύζυγος και αναφερόμαστε σε ένα κυριαρχικό ρόλο. Οι άντρες που κακοποιούν τις γυναίκες έχουν συχνά χαμηλή αυτοεκτίμηση, είναι ανασφαλείς, έχουν ανησυχίες και άγχη σχετικά με αισθήματα κατωτερότητας. Σοβαρός παράγοντας που έχει συνδεθεί με την συζυγική βία είναι η χρήση αλκοόλ, αν και η άποψη αυτή αμφισβητείται. Η κατανάλωση αλκοόλ θεωρείται ότι ανακουφίζει τους άντρες από την ευθύνη της συμπεριφοράς τους, ενώ από την άλλη η γυναίκα παραμένει στη σχέση ελπίζοντας ότι ο άντρας θα ξεπεράσει το πρόβλημα της βίας ελέγχοντας το πρόβλημα του αλκοολισμού. Στο θύμα υπάρχει διαρκής φόβος και απειλή και αυτό δημιουργεί κλίμα έντασης, ανασφάλειας, υποτίμησης, εξευτελισμού. Συνακόλουθα της βίας μπορεί να είναι η οικονομική στέρηση, η σεξουαλική κακοποίηση, ο βιασμός, η πορνογραφία.
Ένας παράγοντας στη διαμόρφωση βίαιων σχέσεων, είναι ο διαφορετικός τρόπος κοινωνικοποίησης αγοριών και κοριτσιών. Τα κορίτσια μαθαίνουν ότι πρέπει να είναι αδύναμες και δεν μαθαίνουν πώς να αποφύγουν τη βία εναντίον τους, πιστεύοντας ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Επίσης οι άνθρωποι που έχουν δεχτεί βία, στερούνται εκείνων των κοινωνικών δεξιοτήτων που θα τους οδηγήσουν σε υγιείς σχέσεις. Τα αίτια λοιπόν μπορεί να ανάγονται σε βιώματα της παιδικής ηλικίας και σε παράγοντες περιστασιακούς που ξεχειλίζουν το ποτήρι.
Η βία ενάντια στα παιδιά συνδέεται με αιτιολογικούς παράγοντες στη σχέση γονέων παιδιών στα πλαίσια γενικότερων προδιαθεσικών παραγόντων. Ο γονεϊκός ρόλος είναι φορτισμένος με αντικρουόμενα συναισθήματα και οι μητέρες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην ανάπτυξη επιθετικής συμπεριφοράς. Χαρακτηριστικά των μητέρων αυτών είναι η κατάθλιψη, ο θυμός, η ένταση, το στρες. Η χαμηλή κοινωνική θέση της οικογένειας συνδέεται με τη βία προς τα παιδιά. Επίσης συνδέονται η ανεργία και η περιστασιακή εργασία, η κοινωνική απομόνωση, η έλλειψη υποστηρικτικών σχημάτων στην κοινότητα, οι κακές και ανεπαρκείς συνθήκες κατοικίας, η χρήση αλκοόλ, η μειωμένη ικανότητα φροντίδας των παιδιών. Η τελευταία σχετίζεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση και με εμπειρία ανεπαρκούς φροντίδας στην παιδική ηλικία.
Η βία προς τα παιδιά λειτουργεί σαν αρχή και για μία σειρά άλλων συμπτωμάτων όπως η παραπτωματικότητα ανηλίκων, η χρήση ουσιών, οι απόπειρες αυτοκτονίας, οι φυγές από το σπίτι, η σχολική αποτυχία κτλ. Στην άρνηση του προβλήματος αντιμετωπίζουμε μόνο τα συμπτώματα και αγνοούμε τα αίτια. Εστιάζουμε δηλαδή μόνο στο παιδί και αγνοούμε ό, τι έχει να κάνει με την οικογένεια και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Να τονίσουμε ότι παρά την διαρκώς αυξανόμενη ευαισθητοποίηση επαγγελματιών σχετικά με το πρόβλημα της βίας προς τα παιδιά, η επίσημη πολιτεία δείχνει μειωμένη ευαισθησία για το θέμα αυτό. Ο νέος οργανισμός του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας περιλαμβάνει στους στόχους του και το κακοποιημένο άτομο. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι θα υποβληθούν στο Υπουργείο προτάσεις που αφορούν την αντιμετώπιση και την πρόληψη του φαινομένου οικογενειακής βίας προς τα παιδιά και άρα και της οικογένειας που βρίσκεται σε κρίση. Βασική όμως προϋπόθεση για τη υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν την οικογένεια είναι η ανάληψη ευθύνης από μικρότερες και ευέλικτες δομές όπως νομαρχίες, τοπική αυτοδιοίκηση. Όταν θεωρηθεί η ποιότητα ζωής των πολιτών υπόθεση της κοινότητας, τότε θα έχει κατακτηθεί ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση και την πρόληψη της οικογενειακής βίας προς τα παιδιά.
Η τρίτη μορφή βίας είναι η κακομεταχείριση ηλικιωμένων και είναι εκείνη η πλευρά της οικογενειακής βίας που έχει λιγότερο ερευνηθεί. Η συχνότερη μορφή κακομεταχείρισης ηλικιωμένων είναι η παραμέληση. Η καθήλωση ενός ηλικιωμένου σε καρέκλα ή κρεβάτι, ο περιορισμός σε ένα δωμάτιο ώστε να μην ενοχλεί την οικογένεια , η υπερβολική χρήση ηρεμιστικών δεν αποτελούν πάντα κίνητρο εσκεμμένης κακομεταχείρισης, αλλά άγνοιας σχετικά με τις ανάγκες και τους τρόπους αντιμετώπισης των ηλικιωμένων.
Η εκτίμηση αυτού του προβλήματος είναι δύσκολή γιατί οι ηλικιωμένοι δεν είναι εύκολα προσιτή ομάδα διότι δεν είναι συνδεδεμένοι με κοινωνικά δίκτυα όπως σχολεία, χώρους εργασίας. Επίσης τα θύματα βίας διστάζουν να καταγγείλουν τη βία που υφίστανται διότι συνήθως η βία αυτή προέρχεται από τα παιδιά τους και νιώθουν ότι απέτυχαν ως γονείς.
Τα αίτια της βίας προς τους ηλικιωμένους μπορεί να οφείλονται σε πολλούς λόγους που ενισχύονται από πρόσθετα προβλήματα όπως είναι τα ψυχιατρικά προβλήματα, η νοητική ανεπάρκεια, οι σωματικές αναπηρίες. Οι δράστες της βίας είναι συχνά τα ίδια τα παιδιά που κακοποιήθηκαν από αυτούς πολλά χρόνια πριν.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2010 και συμμετείχαν πολίτες της Ισπανίας, της Ουγγαρίας, του Βελγίου, του Ηνωμένου Βασίλειου, της Σουηδίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας σε συνολικό δείγμα 3863 ατόμων, στην Ελλάδα συμμετείχαν 548 άτομα και των δύο φύλων ηλικίας 18 έως 64. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα ποσοστά τόσο της σωματικής όσο και της ψυχολογικής ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα εμφανίζονται αυξημένα, σε σχέση με παλιότερα στοιχεία και σε σχέση με τα αντίστοιχα τελευταία στοιχεία των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Σύμφωνα με τους ερευνητές οι έλληνες έχουν υψηλότερα ποσοστά στην ελαφρά σωματική επίθεση, όπως το να τραβήξει κάποιος απότομα το χέρι του συντρόφου, να τον σπρώξει, να του πετάξει κάτι ή να τον χαστουκίσει. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία ότι στην Ελλάδα όπως και στην Ουγγαρία Βέλγιο, Ισπανία, τα θύματα ψυχολογικής κακοποίησης είναι στην πλειονότητα τους άντρες. Το γεγονός αυτό εξηγείται και από τους ειδικούς στο πλαίσιο της κρίσης. Η ανεργία των αντρών η οποία ακυρώνει τον παραδοσιακό ρόλο εντός της οικογένειας, συνεπάγεται υποτιμητικά σχόλια, όπως άχρηστος, ανίκανος και επιθετικός εκβιασμούς με ψυχολογικό υπόβαθρο.
Ειδικά στην εποχή μας, που οι αξίες χάνονται και ο θεσμός της οικογένειας χάνει την παλιά του δόξα, η βία είναι διαδεδομένο φαινόμενο. Στην Ελλάδα υπάρχει δίκτυο κοινωνικής προστασίας για θύματα ενδοοικογενειακής βίας που στελεχώνεται από ειδικούς νομικούς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, κοινωνιολόγους. Στην Κινητή Μονάδα Ψυχιατρικής Περίθαλψης Υπαίθρου στο Νομό Φωκίδας έρχονται θύματα βίας που με δυσκολία αναφέρονται στο πρόβλημα αυτό. Οι θεραπευτές έρχονται αντιμέτωποι με ασθενείς που περιγράφουν συμπτώματα άγχους και εξουθένωσης χωρίς να γίνεται άμεση αναφορά στο βίωμα τους. Αυτό ενδέχεται να σχετίζεται με το ότι οι κοινότητες του νομού είναι μικρές και υπάρχει φόβος μήπως το πρόβλημα τους γίνει ευρέως γνωστό.
Η παραπομπή στις ανάλογες υπηρεσίες στήριξης ατόμων που έχουν υποστεί βία είναι αναγκαία και ταυτόχρονα δύσκολη υπόθεση μιας και τα θύματα βίας φοβούνται εκ νέου τις απειλές του θύτη και τον κοινωνικό στιγματισμό από την κοινωνία. Η σωστή λοιπόν κατεύθυνση και ενθάρρυνση είναι η ενδεδειγμένη λύση προκειμένου να πάρουν βοήθεια τα θύματα βίας από τις ανάλογες υπηρεσίες.
Τσαλαπατάνη Μαρία
Ψυχολόγος
Εταιρία Κοινωνικής Ψυψιατρικής και Ψυχικής Υγείας
Ψυχολόγος
Εταιρία Κοινωνικής Ψυψιατρικής και Ψυχικής Υγείας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου